ΟΥΤΕ ΘΑΝΑΤΟ, ΟΥΤΕ ΖΩΗ.

















Θεούλη ματαιόδοξο και μπερμπάντη
πήρε παραμάσκαλα και να δουλεύει
τον βάζει με το εγώ της συνεταίρο·
να δικάζει, να κατηγορεί, να τιμωρεί
με το καλό παντιέρα, μέσα στα
αίματα και τ' απωθημένα, άδικη και
σκληρή, στα γόνατα πεσμένη ανάμεσα
σε στασίδια με μάτια και δόντια,
ανάμεσα σε γλυκερές κολώνιες,
φτηνές λακ μαλλιών, πούδρες και
μυρωδιά από τα σκορδοκρέμμυδα
του χτεσινοβραδινού ανακατεμένη
με καραμέλα μέντα, ζητάει και υπόσχεται,
τάζει του θεού της κι ύστερα μην την είδατε,
κρατά μόνο οβολό, βαθιά βαθιά στη τσέπη 
παραχωμένες τις αυτεξούσιες  ενοχές,
να βρίσκονται εκεί δα, για μιαν
ανάγκης ώρα, όταν οι αποφάσεις
την περιτριγυρίζουν σαν τα όρνεα
κι ούτε θάνατο, ούτε ζωή βρίσκουν.

                                                                 Ρ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

σχολιάστε...