Μητέρες, μεγάλα αγίνωτα παιδιά,
θεούληδες και θεριά αδηφάγα, νόμοι,
από μια Λίλιθ στη ζωή όλων και
ψυχή θηλυκή μας, ανυπόταχτη Λάμια,
στα σκοτάδια σου μάθαμε τους χειρισμούς,
και τη χαρά σου χρεωθήκαμε, μανούλα
των εκβιαστικών διλημμάτων, των
προτάσεων που δεν τέλειωναν, των
δακρύων της εύκολης λύπης.
Στρατιές σκάρωνες μανούλα
καμπούρικων παιδιών που κουράστηκαν
να μεγαλώσουν και μια κλαψιάρα αγάπη,
ναζιάρα κι απαιτητική,
που δεν αγαπιέται
μόνο κρατάει τεφτέρια
χρέη κι οφειλές, για τη ζωή
που "χάρισε" κι όχι άνευ όρων.
Κι ενώ με το αίμα σου θρέφεις
κι ανασταίνεις μητέρα
τις γενιές των ανθρώπων,
ύστερα μας αποδεκατίζεις,
πίσω το παίρνεις
να μένουμε μικροί, αναιμικοί,
με γίγαντες τις ενοχές, κακά παιδιά
ως τα γεράματά μας κι ανάξια,
με χέρια σφαλιστά σα γροθιές,
που μένουνε πάντα άδεια,
ενώ φωλιασμένοι στη σάρκα σου
ανήμποροι κι αδέξιοι, περιμένουμε
την ανυπομονησία σου, αγωνιούμε
την αγωνία σου, φοβόμαστε
τους φόβους σου Μητέρα,
με τις τιμωρίες και τις υστερίες να περισσεύουν,
τις αγκαλιές τσιγκούνηκες πάντα να λείπουν,
γεμάτες από πρόχειρα λόγια που
μάθαμε καλά, μαθητές άριστοι
θέλαμε δεν θέλαμε
τ' απλώνουμε σαν πολύτιμα προικιά,
χαλνώντας τη ζωή μας!
Ρ.Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
σχολιάστε...