ΨΥΧΗ ΜΑΜΜΗ
















Γεφύρι ετούτη η θλίψη
την πήγε ως τα βάθη,
πέρασε όλα τ' άδεια 
ψηλοτάβανα δωμάτια
τα υγρά,τα κρύα, τα
μισερά, τα μουχλιασμένα
απ' τους θρήνους,
εξήγησε τα πράσινα
σημάδια των τοίχων τους
έφτασε στα μαρμαρένια 
τ' αλώνια του μέσα-μέσα της, 
βρήκε καθρέφτη-νερό ξεδίψασε,
δύναμη ξεχασμένη χάρηκε,
άνοιξε κι άπλωσε να
στεγνώνουν οι πληγές
στον ήλιο, θέριεψε το 
μποστάνι της γιγάντωσε
κι όλα εκεί στα πόδια του 
τα κατέθεσε, έπεσαν από πάνω της
σα δέρμα δεύτερο, βαρύ
που την ξεσκέπασε, την
φανέρωσε, ξαναγεννήθηκε
όλη μπρος στα μάτια της
με μαμμή την πολυλογού
ψυχή της.
Ρ.Κ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

σχολιάστε...