Οδυρόμενη












Οδύνης ευχαρίστηση,
πόνος σουβλερός, αναδυόμενος
απ' τα μύχια και μόνο 
μια στοιχειώδης δικαιοσύνης 
αίσθηση τα συμβιβάζει και τα ζυγίζει,
κρύβει το "ας πρόσεχα" προσεκτικά,
στα νύχια μπαίνει-βγαίνει στο παλιό 
και στο τώρα, αφουγκράζεται 
τη σιωπή τη μέσα και 
ενηλικιώνεται οδυρόμενη.
Ρ.Κ.050116

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

σχολιάστε...