ΚΟΨΟΧΡΟΝΙΑ















Απόγευμα ακινητοποιημένο, άοσμο, 
προσπαθεί, ζορίζεται, καταδικασμένος 
ήδη στο δικό του δικαστήριο. 
Το προφίλ πρόσωπό του με την 
ελληνική κατατομή, που την καμάρωνε, 
προσπαθεί πολύ να τα φέρει βόλτα. 
Κατηγορεί, αρνείται τα φανερά. 
Δειλός. Δειλός και ψεύτικος. 
Δειλός και λίγος. 

Από την επόμενη ώρα χώρισαν επίσημα. 

Γεμάτη απορίες, προσπαθεί μοχθώντας 
να τα ζυγίσει, να' βγει απ' έξω ανήμπορη, 
γυναίκα ολόκληρη δεκαοχτώ χρονώ, 
κόμπος κλάμα, φόβος, φόβος, φόβος 
στην καρδιά και τα χέρια, ολομόναχη, 
φόβος, φόβος, απέραντη λύπη κλαίουσα, 
ακίνητη.
Λείπουν όλα, λείπουν όλοι και μόνη μένει
με τη μάνα και το δράμα της, 
το ολοζώντανο μελό της. Ύβρεις, 
ανεκπλήρωτα, ασυνείδητα, 
πληγές κι ανάγκες φάτσα φόρα.

Η λύπη, ο πανικός κι αυτή ολομόναχη, 
την πήρε κοψοχρονιά η μάνα, 
στρατολογήθηκε στην άμυνά της 
απέραντα κουρασμένη, 
με θάλασσες δάκρυα. 
Ξεφόρτωνε χολή και πίκρα, αδούλευτα 
κι ακατέργαστα, από πατέρα χρέη 
ξεχρέωνε. 
Στη διαδρομή της για τα lexotanil 
τής τα πήρε όλα, ακόμα και την ιδέα 
του πατέρα της, ακόμα κι ό,τι εκείνη 
πίστευε, ακόμα κι όσα εκείνη ένιωθε 
γι αυτόν. Αρπαγή. 
 Ανασυντασσόταν να προλάβει να τα πάρει πίσω, 
τα πόδια της δεν πήγαιναν! Φόβος ξανά. 
Όλα σε επανάληψη. Κάθεται παράμερα 
στις όχθες των συναισθημάτων, των αρχέγονων 
και των βαριών, που φτιάχνουν 
τόνους καταρράκτες, στάζει αίμα η καρδιά 
κι η ψυχή καθαρή παρακολουθεί, 
μέσα σε λυγμών θάλασσες την αντάρα... 
Αποδοχή, δωμάτιο χωρίς θέα, απομόνωση, 
ησυχία, ο βυθός της έχει ησυχία, 
θα διαβεί το πράσινο μίλι της. 
                                    Ρ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

σχολιάστε...